• drzachariadis@yahoo.com

  • +30 6977623498, +30 22210 22485

ΑΡΘΡΟΠΑΘΕΙΕΣ

ΑΣΤΑΘΕΙΑ ΩΜΟΥ

ΓΑΓΓΛΙΟ

Γαγγλιακή Κύστη

 Τι είναι;

   Πρόκειται για κυστικό σχηματισμό που εμφανίζεται κοντά σε αρθρώσεις ή τενόντια έλυτρα, συνηθέστερα στην κερκιδική πλευρά του καρπού ραχιαία ή παλαμιαία. Υπάγεται στους καλοήθεις όγκους λόγω χωροκατακτητικής συμπεριφοράς (το περιεχόμενο απωθεί τα τοιχώματα προς την περιφέρεια) αλλά δεν είναι νεόπλασμα. Τα όριά του είναι ομαλά και το μέγεθός του αυξομοιώνεται ανάλογα με τις κινήσεις και την καταπόνηση.

Πώς σχηματίζεται;

   Παρά το γεγονός ότι η αιτιολογία δεν είναι πάντα σαφής, συνήθως η εμφάνισή του ακολουθεί επαναλαμβανόμενους μικροτραυματισμούς (υπέρχρηση) ή κάκωση.

Τι περιέχει;

   Το περιεχόμενο των γαγγλίων είναι «ζελατινώδες» και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων υαλουρονικό οξύ και βλεννοπολυσακχαρίτες όπως και το αρθρικό υγρό.

Τι συμπτώματα προκαλεί;

   Ανάλογα με την εντόπισή τους τα γάγγλια ασκούν πιεστικά φαινόμενα στα παρακείμενα μαλακά μόρια και μπορεί να δημιουργούν αντίστοιχα συμπτώματα. Όταν πιέζουν αισθητικές απολήξεις νεύρων είναι επώδυνα ή μπορεί να προκαλούν και αιμωδίες (μουδιάσματα). Επίσης μπορεί να περιορίζουν το εύρος κίνησης μιας άρθρωσης. Παράλληλα είναι δυνατόν να εξασθενούν τη συλληπτική ικανότητα του χεριού (πίεση στο οπίσθιο μεσόστεο νεύρο). Κάποιες φορές όταν το γάγγλιο είναι πολύ κοντά σε κάποια αρτηρία (πχ κερκιδική αρτηρία) φαίνεται σα να «κτυπάει» – δηλαδή σφύζει.

Είναι πάντα χειρουργική η αντιμετώπιση ενός γαγγλίου;

   Αν δε δημιουργούν συμπτώματα τα γάγγλια δε χρειάζεται να αφαιρούνται. Είναι σημαντικό να έχουμε αποκλείσει άλλου είδους μάζες (π.χ. γιγαντοκυτταρικοί όγκοι, σαρκώματα). Έτσι όταν δεν είναι προφανής η διάγνωση μπορεί να χρειαστεί και απεικονιστικός έλεγχος. Τα κυστικά μορφώματα -σε αντίθεση με τα συμπαγή- κατά κανόνα δεν εγείρουν υποψίες για ύπαρξη κακοήθειας.

Μπορούμε να παρακεντήσουμε ένα γάγγλιο;

   Η παρακέντηση ενός γαγγλίου με βελόνα μεγάλης διαμέτρου ελαττώνει τις διαστάσεις του γαγγλίου χωρίς όμως να το εξαλείφει. Έχει δοκιμαστεί η έγχυση κορτικοστεροειδούς μέσα στη γαγγλιακή κύστη ώστε η αφαίρεση του περιεχομένου να συνδυαστεί με έντονη τοπική αντιφλεγμονώδη δράση, προκειμένου να υποχωρήσει. Παρόλα αυτά συχνά το γάγγλιο υποτροπιάζει και επανεμφανίζεται επώδυνο με πιο συμπαγή και σκληρά τοιχώματα.

Ποιους άλλους τρόπους αντιμετώπισης έχουμε;

   Στο παρελθόν ήταν συνήθης πρακτική η έντονη συμπίεση ή πλήξη του γαγγλίου μέχρι τη ρήξη του, ακολουθούμενη από εφαρμογή νάρθηκα. Λόγω όμως της συχνής γειτνίασης του γαγγλίου με αγγεία και νεύρα υπήρχαν ιατρογενείς επιπλοκές (άλγος – αιμάτωμα). Οι πιθανότητες υποτροπής ήταν μεγάλες και η διαδικασία επώδυνη, οπότε η μέθοδος αυτή δε χρησιμοποιείται.

   Για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων, εκτός από την τροποποίηση των υπεύθυνων δραστηριοτήτων, δίνεται αγωγή με αντιφλεγμονώδη και χρησιμοποιούνται νάρθηκες. Όταν τα συμπτώματα επιμένουν και η συντηρητική αντιμετώπιση αποτυγχάνει, έχει ένδειξη η χειρουργική αφαίρεση του γαγγλίου.

 

Είναι επικίνδυνη η χειρουργική αντιμετώπιση του γαγγλίου;

Η αφαίρεση ενός γαγγλίου είναι σχετικά ασφαλής διαδικασία. Η επικινδυνότητα προκύπτει από την παρουσία αγγείων και νεύρων στην περιοχή, που μπορεί να τραυματιστούν. Επίσης υπάρχει πιθανότητα  επανεμφάνισης, στο ίδιο η παρακείμενο σημείο εφόσον παραμένουν οι εκλυτικοί παράγοντες.

ΔΙΑΣΤΡΕΜΜΑ

ΕΚΤΙΝΑΣΣΟΜΕΝΟΣ ΔΑΚΤΥΛΟΣ

Εκτινασσόμενος δάκτυλος (trigger finger) – Εκτινασσόμενος αντίχειρας (trigger thumb)

 

Τί είναι;

 

Ο όρος “στενωτική τενοντοθυλακίτιδα ή τενοντοελυτρίτιδα των καμπτήρων του δακτύλου” είναι αρκετά κατατοπιστικός σχετικά με τη φύση της πάθησης. Το έσω στρώμα ενός περιτενόντιου πετάλου, που λέγεται Α1 δακτυλιοειδής σύνδεσμος, παχύνεται, προκαλώντας περίσφυξη των τενόντων και εμποδίζοντας την ομαλή ολίσθησή τους. Ο ασθενής συχνά αισθάνεται το μπλοκάρισμα και την αναπήδηση (εκτίναξη σαν σκανδάλη όπλου), στην εγγύς φαλαγγοφλαγγική άρθρωση, αλλά το πρόβλημα εντοπίζεται λίγο κεντρικότερα από τη βάση του πάσχοντος δακτύλου, στην παλαμιαία πλευρά. Στο σημείο αυτό ψηλαφάται κατά κανόνα μία μικρή, επώδυνη διόγκωση, σαν οζίδιο που κινείται καθώς ανοιγοκλείνει το δάκτυλο. Συχνότερα εμφανίζεται στον αντίχειρα, τον παράμεσο και το μέσο και σπανιότερα στο δείκτη και τον μικρό δάκτυλο.

Τι το προκαλεί; Υπάρχουν προδιαθεσικοί παράγοντες;

 

Υπάγεται στα “σύνδρομα υπέρχρησης” καθώς είναι αποτέλεσμα επαναλαμβανόμενων δραστηριοτήτων που απαιτούν κάμψη των δακτύλων (κέντημα, αγροτικές εργασίες, μηχανουργικά εργαλεία χειρός). Είναι συχνότερο στο σακχαρώδη διαβήτη, στη ρευματοειδή αρθρίτιδα, την ουρική αρθρίτιδα, την υπέρταση, την αμυλοείδωση και τις βλεννοπολυσακχαριδώσεις. Συχνότερα παρατηρείται σε γυναίκες άνω των πενήντα ετών.

 

Πώς εκδηλώνεται;

 

Η κλινική εικόνα εμφανίζει τέσσερα στάδια βαρύτητας (Ταξινόμηση Green). Στο πρώτο στάδιο εμφανίζεται μόνο πόνος και ευαισθησία στην περιοχή της στένωσης. Στο δεύτερο εμφανίζεται αναπήδηση ή απλά δυσκολία κατά την κάμψη και έκταση του δακτύλου, αλλά το εμπόδιο υπερνικάται αυτόματα. Στο τρίτο στάδιο το δάκτυλο “κλειδώνει” σε κάμψη και πρέπει να απελευθερωθεί παθητικά (π.χ. με το άλλο χέρι). Στο τελευταίο στάδιο το δάκτυλο παραμένει μπλοκαρισμένο και δυναμική προσπάθεια έκτασης μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη βλάβη (ρήξη του τένοντα).

 

Πώς γίνεται η διάγνωση;

 

Η διάγνωση είναι κατά κανόνα εύκολη, με την κλινική εξέταση, καθώς η εικόνα είναι χαρακτηριστική. Διαφοροδιαγνωστικό πρόβλημα δημιουργείται σε ιστορικό τραυματισμού, όπου πρέπει να διερευνηθεί το ενδεχόμενο παρουσίας ξένου ή ελεύθερου σώματος, η απόσπαση του γληνιαίου συνδέσμου, ή η ρήξη ενός καμπτήρα τένοντα. Επίσης, σε ρευματοπάθειες κυρίως, μπορεί να παρουσιάζεται υπεξάρθρημα του εκτείνοντα τένοντα, ορατό στη ραχιαία πλευρά του δακτύλου, ή μπλοκάρισμα του κερκιδικού πλάγιου συνδέσμου σε προεξέχον οστεόφυτο.

 

Ποιά η αντιμετώπιση;

 

Η αντιμετώπιση είναι αρχικά συντηρητική. Περιλαμβάνει ανάπαυση, νάρθηκες δακτύλου και  αντιφλεγμονώδη. Επίσης μπορεί να γίνει προσεκτική έγχυση μεθυλπρεδνιζολόνης στον πεπαχυσμένο θύλακο, στο σημείο της εισόδου του τενόντιου ελύτρου, κάτι το οποίο ορισμένοι συγγραφείς το προτείνουν σαν πρώτη αντιμετώπιση, αλλά τα αποτελέσματα είναι διφορούμενα.

Η χειρουργική αντιμετώπιση (διατομή της Α1 δακτυλιοειδούς τροχαλίας) είναι ενδεδειγμένη σε περιστατικά που δεν παρουσιάζουν ύφεση με συντηρητική αγωγή. Θα πρέπει να προστατεύεται επιμελώς το αγγειονευρώδες δεμάτιο από τραυματισμό και να μη γίνεται εκτεταμένη διάνοιξη για την αποτροπή του φαινομένου “χορδής” του τένοντα.

ΚΑΤΑΓΜΑ ΙΣΧΙΟΥ

ΚΥΣΤΗ BAKER

ΝΕΟΠΛΑΣΙΕΣ

ΝΕΥΡΩΜΑ MORTON

Νεύρωμα Morton

 Τι είναι;

   Το νεύρωμα Morton είναι η επώδυνη υπερτροφία ενός κοινού δακτυλικού νεύρου του άκρου πόδα, συνήθως ανάμεσα στις κεφαλές του 3ου και 4ου μεταταρσίου.

 

Από τι προκαλείται;

   Σαν εκλυτικός παράγοντας αναγνωρίζεται η επαναλαμβανόμενη πίεση του νεύρου σε μια υπερκείμενη  δομή που λέγεται εν τω βάθει εγκάρσιος μετατάρσιος σύνδεσμος. Αυτό συμβαίνει λόγω της χρήση στενών παπουτσιών με ψηλό τακούνι, σε βάδισμα μεγάλων αποστάσεων, ειδικά σε ανώμαλο έδαφος και λόγω ανατομικών ιδιαιτεροτήτων του ποδιού (γενετική προδιάθεση)

Ποια τα συμπτώματα;

   Τα συμπτώματα είναι συνεχιζόμενος πόνος και κάψιμο κατά τη βάδιση, επιδεινούμενος κατά την συμπίεση της περιοχής, ενώ μπορεί να υπάρχει και υπαισθησία στην αντίστοιχη περιοχή των δύο δακτύλων, που τροφοδοτείται αισθητικά από το πάσχον νεύρο.

Πώς γίνεται η διάγνωση;

   Η κλινική εξέταση θέτει την υποψία παρουσίας του νευρώματος. Κατά κανόνα παρατηρείται αναπαραγωγή του πόνου με συμπίεση του άκρου ποδός, ενώ μπορεί να ακούγεται ένας βύθιος τριγμός σαν «πάτημα στο χιόνι» (θετικό σημείο Mulder). Η τοπική επίκρουση μπορεί να προκαλέσει παραισθησίες περιφερικά της βλάβης (σημείο Tinel). Η διάγνωση επιβεβαιώνεται με υπέρηχο μαλακών μορίων η μαγνητική τομογραφία.

Ποια η αντιμετώπιση;

   Στην αντιμετώπιση εστιάζουμε αρχικά στην αποσυμφόρηση των μεταταρσίων και του εγκαρσίου συνδέσμου με τη χρήση άνετων υποδημάτων και ειδικών πάτων, παράλληλα με ανάπαυση και αποφυγή καταπόνησης. Για έντονο άλγος καταφεύγουμε στη χορήγηση αντιφλεγμονωδών.

Η έγχυση κορτικοστεροειδών τοπικά έχει συνήθως θεαματικά αποτελέσματα αρχικά, αλλά συχνά το άλγος επιστρέφει μετά από 1-2 μήνες εφόσον συνεχίζεται η καταπόνηση.

Σε ενοχλήματα που επιμένουν και επηρεάζουν την ποιότητα ζωής, επιλέγεται η χειρουργική αφαίρεση του νευρώματος.

ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗ

ΟΣΦΥΑΛΓΙΑ/ΙΣΧΙΑΛΓΙΑ

ΟΥΡΙΚΗ ΑΡΘΡΙΤΙΔΑ

ΡΗΞΗ ΜΗΝΙΣΚΟΥ

Ρήξη Μηνίσκου

Τι είναι ο μηνίσκος;

 

Ο μηνίσκος έχει χαρακτηριστεί “αμορτισέρ” του γόνατος. Σε κάθε γόνατο υπάρχει ο έσω και ο έξω μηνίσκος που παρεμβάλλονται μεταξύ του μηρού και της κνήμης. Κάθε μηνίσκος έχει σχήμα ημισελινοειδές  και ινοελαστική σύσταση.

Ο ρόλος του μηνίσκου είναι να απορροφά τους κραδασμούς κατά τη βάδιση ή την άθληση και να σταθεροποιεί το γόνατο, αυξάνοντας την επιφάνεια επαφής μεταξύ των αρθρικών επιφανειών.

 

Τι είναι η ρήξη μηνίσκου;

 

Σε περίπτωση τραυματισμού ο μηνίσκος μπορεί να σκιστεί σε κάποιο σημείο του.

Αυτό μπορεί να γίνει σε νέους  ανθρώπους κατά τη διάρκεια αθλητικών δραστηριοτήτων, όπως το ποδόσφαιρο ή το μπάσκετ ή απλά σε μια στροφική κάκωση  ένα “στραμπούληγμα” του γόνατος. Καθώς ο μηρός στρίβει σε σχέση με την κνήμη, ουσιαστικά ο μηνίσκος “συνθλίβεται”. Αυτή είναι η τραυματική ρήξη μηνίσκου.

Υπάρχει και η εκφυλιστικής αιτιολογίας ρήξη σε μεγαλύτερες ηλικίες, κατά την οποία ο μηνίσκος λόγω χρόνιας καταπόνησης έχει γίνει ευάλωτος και μπορεί να σκιστεί ακόμα και με έναν μικροτραυματισμό.

 

Σε ποιες ηλικίες συμβαίνει;

 

Μπορεί να συμβεί σε οποιαδήποτε ηλικία.  Συχνότερα όμως συμβαίνει τραυματική ρήξη κατά τη διάρκεια αθλητικών δραστηριοτήτων και εκφυλιστική ρήξη σε άτομα άνω των εξήντα ετών

 

Πώς καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει ρήξη μηνίσκου;

 

Μετά τον τραυματισμό υπάρχει πόνος στο γόνατο και συνήθως οίδημα, δηλαδή πρήξιμο. Αυτό συμβαίνει γιατί το γόνατο γεμίζει με αίμα, κάτι που λέγεται  αίμαρθρο. Παράλληλα υπάρχει δυσκολία στη βάδιση και το γόνατο μπορεί να “μπλοκάρει”, δηλαδή να μη μπορεί να κάνει κάμψη και έκταση, δηλαδή να λυγίσει και να τεντώσει.

Η κατάσταση αυτή οδηγεί τον ασθενή στον ειδικό γιατρό που είναι ο Ορθοπαιδικός.

Εκείνος αφού πάρει ένα λεπτομερές ιστορικό θα εξετάσει κλινικά τον ασθενή και με κάποιες  δοκιμασίες θα καταλήξει στην πιθανή διάγνωση.

Η οριστική διάγνωση ωστόσο μπαίνει με τη βοήθεια της Μαγνητικής Τομογραφίας η οποία δείχνει το μέγεθος το σχήμα και τη θέση της βλάβης, πληροφορίες απαραίτητες για να επιλέξουμε και το είδος της αντιμετώπισης

 

Ποια η αντιμετώπιση;

 

Υπάρχει η συντηρητική και η χειρουργική αντιμετώπιση της ρήξης του μηνίσκου.

Η συντηρητική αντιμετώπιση περιλαμβάνει ξεκούραση, λήψη αναλγητικών και αντιφλεγμονωδών, παγοθεραπεία και φυσικοθεραπείες. Σε εκφυλιστικές ρήξεις που συνοδεύουν αρθρίτιδα χρήσιμες θεωρούνται και οι εγχύσεις υαλουρονικού οξέος ή PRP ενδαρθρικά

Η χειρουργική αντιμετώπιση γίνεται αρθροσκοπικά, δηλαδή με δύο μικρές οπές που λέγονται πύλες εισόδου στην προσθιοπλάγια πλευρά του γόνατος εισάγεται μια κάμερα και ένα αρθροσκοπικό εργαλείο και αντιμετωπίζεται αναλόγως η βλάβη. Συχνότερα γίνεται μερική μηνισκεκτομή, δηλαδή εξομαλύνεται το σημείο της σχισμής μέχρι να φτάσουμε σε υγιή μηνίσκο, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις γίνεται συρραφή του μηνίσκου.

Η ρήξη μηνίσκου είναι παγκοσμίως η συχνότερη αιτία χειρουργείου στο γόνατο.

 

Πότε προτιμάται η χειρουργική αντιμετώπιση;

 

Η επιλογή της χειρουργικής αντιμετώπισης καθώς και του είδους της επέμβασης εξαρτάται από το είδος της βλάβης, τη θέση, την ηλικία του ασθενούς και την ένταση των συμπτωμάτων. Καταλληλότεροι υποψήφιοι είναι οι νέοι δραστήριοι ασθενείς με τραυματικές ρήξεις που δημιουργούν έντονα συμπτώματα. Δηλαδή περιοδικό πόνο, οιδήματα και μπλοκάρισμα του γόνατος.

Αντίθετα σε εκφυλιστικού τύπου ρήξεις και σε προχωρημένη ηλικία ή όταν συνυπάρχει αρθρίτιδα προτιμάται η συντηρητική αντιμετώπιση.

 

Ποια η αποθεραπεία;

 

Το χρονικό διάστημα που χρειάζεται μέχρι την επιστροφή στις δραστηριότητες εξαρτάται από το είδος της επέμβασης που έχει γίνει.

Σε μια μερική μηνισκεκτομή χωρίς άλλες βλάβες ο ασθενής επιστρέφει συνήθων στο σπίτι του την ίδια ή την επόμενη μέρα από το χειρουργείο. Μπορεί να επιστρέψει στην εργασία του σε τρεις ημέρες αν αυτή είναι δουλειά γραφείου και στις αθλητικές δραστηριότητες σε περίπου ένα μήνα.

 

Τι κινδύνους έχει το χειρουργείο;

 

Γενικά η αρθροσκοπική μηνισκεκτομή είναι ασφαλής επέμβαση. Βέβαια, όπως όλες οι επεμβάσεις έχει και αυτή κάποιους κινδύνους. Αυτοί  είναι το να τραυματιστεί κάποιο νεύρο από τους χειρισμούς (το σαφηνές στην έσω μηνισκεκτομή το περονιαίο στην έξω), η αρθροΐνωση δηλαδή η μετεγχειρητική δυσκαμψία του γόνατος και η φλεγμονή, η μόλυνση από κάποιο μικρόβιο, γι’ αυτό και οι συνθήκες αντισηψίας πρέπει να είναι πολύ αυστηρές.

 

Ποια τα αποτελέσματα;

 

Σε γενικές γραμμές τα αποτελέσματα της αρθροσκοπικής μηνισκεκτομής είναι πολύ ικανοποιητικά με τους ασθενείς να ανακουφίζονται από τους πόνους σε ποσοστό πάνω από 80%.

Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να επιλέγεται ο κατάλληλος ασθενής για την επέμβαση και το σωστό είδος επέμβασης.

ΡΗΞΗ ΧΙΑΣΤΟΥ

ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΚΑΡΠΙΑΙΟΥ ΣΩΛΗΝΑ

 Σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα

Τι είναι;

Είναι μία κατάσταση κατά την οποία ένα νεύρο που λέγεται μέσο νεύρο πιέζεται στο ύψος του καρπού μέσα σε ένα στενό πέρασμα  ανάμεσα στα οστάρια του καρπού και σε έναν σύνδεσμο που λέγεται εγκάρσιος σύνδεσμος του καρπού.

Είναι η συχνότερη από μια κατηγορία παθήσεων που λέγονται περιφερικές πιεστικές νευροπάθειες.

 

Τι το προκαλεί;

Έχουν κατηγορηθεί κυρίως οι κουραστικές χειρωνακτικές εργασίες κατά τις οποίες ο καρπός καταπονείται σε κάμψη και έκταση. Επίσης σε κάποια αθλήματα όπως το τένις,  η ποδηλασία και οι ρίψεις, οι πιθανότητες για εμφάνιση του συνδρόμου είναι αυξημένες.

Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις κατά τις οποίες εμφανίζεται χωρίς προφανή αιτία και τότε το ονομάζουμε ιδιοπαθές.

 

Υπάρχουν προδιαθεσικοί παράγοντες;

Είναι συχνότερο στις γυναίκες, στην παχυσαρκία, στην εγκυμοσύνη,  στη χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, στο σακχαρώδη διαβήτη, στο κάπνισμα, στον αλκοολισμό, στον υποθυρεοειδισμό και σε κάποιες άλλες μεταβολικές διαταραχές.

 

Ποια τα συμπτώματα;

Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν κυρίως μούδιασμα που μπορεί να συνοδεύεται από πόνο στα τρισήμιση δάκτυλα του χεριού (αντίχειρας, δείκτης, μέσος και ο μισός παράμεσος) ενώ χαρακτηριστικά δε συμμετέχει το μικρό δάκτυλο.

Επίσης μπορεί να επηρεάζονται οι λεπτές κινήσεις και να προκαλείται αδεξιότητα στα χέρια.

Συχνά ο ασθενής παραπονείται για νυκτερινά συμπτώματα (μούδιασμα και πόνο) που μπορεί να τον ξυπνάνε.

Τέλος σε προχωρημένες καταστάσεις παρατηρείται και ατροφία στο θέναρ, δηλαδή στη βάση του αντίχειρα.

  

 

Πώς γίνεται η διάγνωση;

 

Ο ασθενής απευθύνεται στον ειδικό γιατρό λόγο της επιμονής των συμπτωμάτων, που μπορεί να είναι Ορθοπαιδικός, Νευρολόγος Φυσίατρος ή και Ρευματολόγος. Το ιστορικό και η κλινική εξέταση με κάποια διαγνωστικά τεστ θέτουν της υποψία του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα.

Το τεστ Durkan κατά το οποίο ασκείται πίεση στον καρπιαίο σωλήνα, το τεστ Phalen και το σημείο Tinel είναι κατά κανόνα θετικά.

Ωστόσο χρειάζεται και η επιβεβαίωση της διάγνωσης με το Ηλεκτρομυογράφημα, το οποίο διενεργείται συνήθως από Νευρολόγο ή Φυσίατρο, και εξασφαλίζει μια αντικειμενική εκτίμηση.

Επίσης συχνά χρειάζεται μια Μαγνητική Τομογραφία ΑΜΣΣ για να αποκλειστεί η παρουσία κάποιας κήλης μεσοσπονδυλίου δίσκου.

   

 

Ποια η αντιμετώπιση;

Η αντιμετώπιση είναι αρχικά συντηρητική και εφόσον δεν υποχωρήσουν τα συμπτώματα χειρουργική.

Η συντηρητική αντιμετώπιση περιλαμβάνει τροποποίηση των δραστηριοτήτων που κουράζουν τον καρπό,  αντιφλεγμονώδη, και κάποιες φορές νυκτερινός νάρθηκα πηχεοκαρπικής.

 Επίσης μπορεί να γίνει έγχυση κορτικοστεροειδούς στον καρπιαίο σωλήνα, οπότε αξιολογείται και το λεγόμενο “θεραπευτικό κριτήριο”, δηλαδή αν τα συμπτώματα υποχωρήσουν σημαντικά είναι αυξημένες οι πιθανότητες να επιτύχει η χειρουργική αντιμετώπιση.

 Η χειρουργική αντιμετώπιση  είναι η ανοικτή η ενδοσκοπική διάνοιξη του εγκαρσίου συνδέσμου του καρπού και η απελευθέρωση του μέσου νεύρου στον καρπιαίο σωλήνα.

 

Είναι επείγουσα η αντιμετώπιση;

Αν και δεν είναι επείγουσα καλό είναι να μην καθυστερεί πολύ εφόσον η συντηρητική αντιμετώπιση αποτύχει. Ο λόγος είναι ότι όταν το νεύρο πιέζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί τελικά να παρουσιάσει μόνιμες βλάβες και να μην υποχωρεί τελείως το μούδιασμα.

Εξαίρεση αποτελεί το οξύ σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα που γίνεται μετά από σοβαρό τραυματισμό στο κάτω μέρος του πήχη και που χρειάζεται γρήγορη αποσυμπίεση. 

 

 

Ποια τα αποτελέσματα;

Τα αποτελέσματα της χειρουργικής θεραπείας είναι κατά κανόνα καλά. Εξαρτώνται από τη διάρκεια των συμπτωμάτων προ της επέμβασης αλλά και από την εμπειρία του χειρουργού.

Στις περιπτώσεις έγχυσης κορτιζόνης στον καρπιαίο σωλήνα παρατηρείται υποχώρηση των συμπτωμάτων στο 80% των ασθενών, στους περισσότερους όμως επανεμφανίζεται σε άλλοτε άλλο χρονικό διάστημα.

 

Ποια η περίοδος αποθεραπείας μετά το χειρουργείο;

Μετά την επέμβαση η ισχύς του χεριού επιστρέφει σε 2 έως 6 εβδομάδες. Η τομή πρέπει να είναι καλυμμένη για δύο εβδομάδες, οπότε και κόβονται τα ράμματα. Μπορεί να υπάρχει πόνος στην περιοχή του καρπού μέχρι και για τέσσερις μήνες, αν και συνήθως ο ασθενής επιστρέφει στην εργασία του σε ένα μήνα, ενώ η υποχώρηση των συμπτωμάτων είναι σταδιακή και εξαρτάται από το χρονικό διάστημα κατά το οποίο πιεζόταν το νεύρο.

 

Μπορεί να αποτύχει η χειρουργική αντιμετώπιση;

Η επιμονή των συμπτωμάτων μετά τη χειρουργική θεραπεία μπορεί να οφείλεται σε ατελή διάνοιξη του εγκαρσίου συνδέσμου, σε κάκωση του μέσου νεύρου, ή σε φαινόμενο διπλής πίεσης του νεύρου που μπορεί να διέλαθε της διάγνωσης. (αυχενική ριζίτιδα, σύνδρομο θωρακικής εξόδου, βλάβες του βραχιονίου πλέγματος, χωροκατακτητική εξεργασία)

ΤΕΝΟΝΤΙΤΙΔΑ DE QUERVAIN

Τενοντοελυτρίτιδα De Quervain

 

Τι είναι;

 

   Η τενοντοελυτρίτιδα De Quervain είναι ένα συχνό σύνδρομο υπέρχρησης και προστριβής τενόντιου ελύτρου με παρουσία άσηπτης φλεγμονής. Συγκεκριμένα ο μακρός απαγωγός και ο βραχής εκτείνων του αντίχειρα (πρώτο διαμέρισμα εκτεινόντων) παγιδεύονται μεταξύ του ραχιαίο σύνδεσμου του καρπού και του οστέινου υποστρώματος στο σημείο της στυλοειδούς απόφυσης της κερκίδας.

 

Ποια συμπτώματα προκαλεί;

 

   Η ομαλή ολίσθηση των τενόντων εμποδίζεται με αποτέλεσμα κατά τις κινήσεις έκτασης και απαγωγής του καρπού να εμφανίζεται έντονος πόνος, οίδημα και ερυθρότητα στην βάση του πρώτου μετακαρπίου και κεντρικότερα (στην περιοχή περίπου που πιάνουμε τον σφυγμό του χεριού μας αλλά στην έξω πλευρά). Οι κινήσεις του αντίχειρα είναι πολύ επώδυνες όταν η φλεγμονή είναι οξεία ενώ συχνά η πάθηση εμφανίζει εξάρσεις και υφέσεις ανάλογα με την καταπόνηση.

 

Τι προκαλεί την πάθηση;

 

   Ο μηχανισμός που την προκαλεί είναι η επαναλαμβανόμενη κερκιδική απόκλιση του καρπού υπό αντίσταση, με ταυτόχρονη απαγωγή και έκταση του αντίχειρα. Η κίνηση αυτή είναι συνηθισμένη στις νεαρές μητέρες που σηκώνουν τα μωρά, καθώς επίσης σε χειρωνακτικά επαγγέλματα και σε μουσικούς εγχόρδων και έχει μηχανικό χαρακτήρα (επαναλαμβανόμενη προστριβή)

 

Πώς γίνεται η διάγνωση;

 

   Η κλινική εξέταση είναι συνήθως αρκετή σε συνδυασμό πάντα με το ιστορικό του ασθενούς. Η δοκιμασία Finkelstein που είναι παθογνωμονική (αρκετή για να μπεί η διάγνωση) γίνεται τοποθετώντας τον αντίχειρα μέσα στην παλάμη και κλείνοντας τα υπόλοιπα δάκτυλα σε γροθιά ενώ ο καρπός φέρεται σε παθητική ωλένια απόκλιση. Με αυτή την κίνηση που γίνεται με την καθοδήγηση του Ορθοπαιδικού αναπαράγονται οι συνθήκες πρόκλησης της προστριβής (μεγάλη διάταση του μακρού απαγωγού και του βραχέως εκτείνοντα τον αντίχειρα μέσα στο παχυσμένο και ρικνωμένο έλυτρο) οπότε εκλύεται έντονο άλγος.

Εάν πραγματοποιηθεί απεικονιστικός έλεγχος αυτός αναδεικνύει αντιδραστικό υγρό στην περιοχή του πρώτου διαμερίσματος των εκτεινόντων, ενώ οι ακτινογραφίες βοηθάνε στη διαφορική διάγνωση από την οστεοαρθρίτιδα μεταξύ του μείζονος πολυγώνου και του πρώτου μετακαρπίου. 

Υπάρχει συντηρητική αντιμετώπιση;

 

   Η αντιμετώπιση αρχικά είναι σχεδόν πάντα συντηρητική (χωρίς επέμβαση) και περιλαμβάνει τροποποίηση των δραστηριοτήτων, νάρθηκα ακινητοποίησης καρπού- αντίχειρα, τοπική εφαρμογή αντιρρευματικών αλοιφών και από το στόμα χορήγηση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών. Συνήθως ο ασθενής ανακουφίζεται για κάποιο χρονικό διάστημα, αλλά κάποιες φορές ο πόνος επιστρέφει.

   Επί εμμονής των συμπτωμάτων μπορεί να γίνει μία ή δύο εγχύσεις κορτικοστεροειδούς στο τενόντιο έλυτρο, προκειμένου να διακοπεί ο κύκλος της άσηπτης φλεγμονής, ακολουθούμενη από επιμελή ακινητοποίηση  λόγω του κινδύνου αυτόματης ρήξης του τένοντα.

   Επί αποτυχίας της συντηρητικής αντιμετώπισης έχει ένδειξη η χειρουργική διάνοιξη του ελύτρου και απελευθέρωση των τενόντων – μια σχετικά απλή επέμβαση με τοπική αναισθησία ή μέθη.

 

Μετά το χειρουργείο πότε μπορώ να επιστρέψω στην εργασία μου;

 

   Μετά την επέμβαση η κινητικότητα του αντίχειρα βελτιώνεται άμεσα και ο πόνος υποχωρεί, αν και μπορεί να κριθεί σκόπιμη η ακινητοποίηση με νάρθηκα για μικρό χρονικό διάστημα. Η τομή πρέπει να είναι καλυμμένη και στεγνή για περίπου δεκαπέντε ημέρες, οπότε και κόβονται τα ράμματα. Κάποιες φορές υπάρχει πόνος και ερεθισμός για τέσσερις έως έξι εβδομάδες. Ο ασθενής είναι σε θέση να επιστρέψει σε χειρωνακτική εργασία συνήθως σε τρείς με τέσσερις εβδομάδες από την επέμβαση, ανάλογα με τη βαρύτητα των συμπτωμάτων.

ΤΕΝΟΝΤΙΤΙΔΑ DUPUYTREN

ΤΕΝΟΝΤΟΠΑΘΕΙΑ ΩΜΟΥ/ΥΠΕΡΑΚΑΝΘΙΟΥ

ΩΛΕΝΙΑ ΝΕΥΡΙΤΙΔΑ

Ωλένια Νευρίτιδα

 

Τι είναι;

Είναι μία κατάσταση κατά την οποία ένα νεύρο που λέγεται ωλένιο πιέζεται στο ύψος του αγκώνα. Τα συνήθη σημεία πίεσης είναι πίσω από τον έσω επικόνδυλο (ωλένια αύλακα), στο τόξο του Struthers κεντρικότερα του αγκώνα και ανάμεσα από τις δύο κεφαλές του ωλένιου καμπτήρα του καρπού.

Συγκαταλέγεται στις περιφερικές πιεστικές νευροπάθειες.

 

Τι το προκαλεί;

Η παραμόρφωση βλαισότητας του αγκώνα (συγγενής ή επίκτητη – τραυματική) και οι χειρωνακτικές εργασίες με τον αγκώνα να καταπονείται σε θέση κάμψης, καθώς επίσης και η παρουσία ανατομικών χωροκατακτητικών εξεργασιών (οστεόφυτα, γάγγλια, υπερτροφικός υμένας) θεωρούνται αίτια πίεσης του ωλενίου νεύρου. Επίσης σε κάποια αθλήματα όπως το τέννις, οι πιθανότητες εμφάνισης ωλένιας νευρίτιδας είναι αυξημένες. Τέλος αντίστοιχα συμπτώματα μπορούν να εμφανιστούς σε ιογενείς νευροπάθειες π.χ. ερπητικής αιτιολογίας, που χρήζουν διαφορετικής αντιμετώπισης.

 

Ποια τα συμπτώματα;

 Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν κυρίως μούδιασμα και «τσιμπήματα» στο μικρό δάκτυλο και στο ωλένιο μισό του παράμεσου, ιδιαίτερα κατά τις νυκτερινές ώρες ή σε θέση κάμψης. Σε προχωρημένες καταστάσεις παρατηρούνται εγκατεστημένα νευρολογικά συμπτώματα, όπως υπαισθησία, αδυναμία δραγμού, γαμψοδακτυλία και ατροφία  των αυτόχθονων μυών της άκρας χειρός.

 

Πώς γίνεται η διάγνωση;

 Το ιστορικό και η κλινική εξέταση με κάποια διαγνωστικά τέστ (σημεία Froment και Tinel) οδηγούν στη διάγνωση. Ωστόσο χρειάζεται και η επιβεβαίωση με Ηλεκτρομυογράφημα. Επίσης συχνά διενεργείται Μαγνητική Τομογραφία ΑΜΣΣ για να αποκλειστεί η παρουσία κάποιας κήλης μεσοσπονδυλίου δίσκου.

Στη διαγνωστική προσέγγιση κρίνεται απαραίτητος κάποιες φορές απεικονιστικός έλεγχος του αγκώνα για να διερευνηθεί η παρουσία ανατομικών στοιχείων που προκαλούν πίεση (βλαισότητα, οστική προεξοχή, συμφύσεις, γαγγλιακή κύστη κλπ)

 

 Ποια η αντιμετώπιση;

 Η αντιμετώπιση είναι αρχικά συντηρητική και εφόσον δεν υποχωρήσουν τα συμπτώματα χειρουργική. Επιχειρείται τροποποίηση των δραστηριοτήτων ώστε να αποφεύγεται η καταπόνηση του αγκώνα, παράλληλα με τοπική ή από του στόματος αγωγή με μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη.

Επίσης μπορεί να γίνει έγχυση κορτικοστεροειδούς (μεθυλπρεδνιζολόνης) στην περιοχή όπου το σημείο Tinel είναι θετικό.

Η χειρουργική αντιμετώπιση είναι η ανοικτή, εκτεταμένη αποσυμπίεση του  ωλενίου νεύρου στην έσω επιφάνεια του αγκώνα και κάποιες φορές η μετάθεση της πορείας του μπροστά από τον έσω επικόνδυλο.

Επικοινωνία

Skip to content